ἀέρα, τὸν
Ερμηνεία:
[ὁ ἀήρ, τοῦ ἀέρος (ο αέρας, του αέρα, το μείγμα των αερίων, όπως το οξυγόνο και το άζωτο και άλλα σπάνια αλερια που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα]
Ετυμολογία:
[< (Όμηρ.) ὁ ἀήρ (αχλύς, ομίχλη, άνεμος), (Καινή Διαθήκη. 7 φορές)]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… καὶ αἱ νιφάδες, μυῖαι λευκαί, τολύπαι βάμβακος, ἐφέροντο στροβιληδὸν εἰς τὸν ἀέρα,… [Ο έρωτας στα χιόνια]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|